Φιστίκι: nf Η λέξη φιστίκι (ή φυστίκι) προέρχεται από το Αζτέκο (*) tlālcacahuatl, κυριολεκτικά «κακάο της γης». Ο καρπός της αραχίδας που είναι οσπριοειδές φυτό (οικογένεια Fabaceae), καλλιεργείται σε πολύ μεγάλες ποσότητες όχι μόνο για την παρασκευή αραχιδέλαιου αλλά και για να καταναλώνεται αποξηραμένο, ψητό, αλατισμένο,...
Λέγεται και «γήινο φιστίκι».
Ιθαγενής στη Νότια Αμερική και καλλιεργείται σε τροπικές, υποτροπικές και εύκρατες περιοχές (ένα ...
Γεια σας,
Πρέπει να είστε συνδρομητής για να διαβάσετε το υπόλοιπο αυτού του άρθρου, τους συνδέσμους και τις εικόνες του.
Η συνδρομή για την πλήρη ανάγνωση του ιστότοπου είναι 1 € το μήνα (μηνιαία συνδρομή) ή 11 € / έτος (ετήσια συνδρομή), χωρίς καμία δέσμευση.
Εάν έχετε ήδη μια τρέχουσα συνδρομή, συνδεθείτε χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα.
Διαφορετικά μπορείτε εγγραφείτε εδώ.